hollandais [ˊɔllɑ͂dɛ] ΟΥΣ αρσ
allemand(e) [almɑ͂, ɑ͂d] ΕΠΊΘ
allemand [almɑ͂] ΟΥΣ αρσ
hollandais(e) [ˊɔllɑ͂dɛ, ɛz] ΕΠΊΘ
Hollandais(e) <πλ Hollandais, -aises> [ˊɔllɑ͂dɛ, ɛz] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Hollandais(e)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- hocher
- hochet
- hockey
- hockeyeur
- Hoirie
- hollandais hollandaise
- hollande
- hollandiste
- hollywoodien
- holocauste
- holocène