Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
géométrique [ʒeɔmetʀik] ΕΠΊΘ
- géométrique espace, forme, construction
-
- géométrique méthode, démonstration, précision
-
- lieu géométrique παρωχ
-
στο λεξικό PONS
géométrique [ʒeɔmetʀik] ΕΠΊΘ
- se superposer figures géométriques, images
-
géométrique [ʒeɔmetʀik] ΕΠΊΘ
- se superposer figures géométriques, images
-
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
volume géométrique déplacé
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- se superposer figures géométriques, images