Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. géophysique [ʒeofizik] ΕΠΊΘ
géophysique études, prospection:
- géophysique
-
II. géophysique [ʒeofizik] ΟΥΣ θηλ
- géophysique
- geophysics + ρήμα ενικ
-
- géophysique θηλ
-
- géophysique
στο λεξικό PONS
-
- géophysique θηλ
-
- géophysique θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.