Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
contrefaçon [kɔ̃tʀəfasɔ̃] ΟΥΣ θηλ
1. contrefaçon (action):
2. contrefaçon (résultat):
στο λεξικό PONS
contrefaçon [kɔ̃tʀəfasɔ̃] ΟΥΣ θηλ
1. contrefaçon (action):
2. contrefaçon (chose):
-
- contrefaçon θηλ
contrefaçon [ko͂tʀəfaso͂] ΟΥΣ θηλ
1. contrefaçon (action):
2. contrefaçon (chose):
-
- contrefaçon θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.