στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
statute [βρετ ˈstatʃuːt, ˈstatjuːt, αμερικ ˈstætʃut] ΟΥΣ
2. statute ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ:
statute-barred [ˈstætʃuːtˌbɑːrd] ΕΠΊΘ
- statute-barred
-
statute of limitations [βρετ, αμερικ ˈstætʃut əv ˌlɪməˈteɪʃənz] ΟΥΣ ΝΟΜ
- statute of limitations
-
στο λεξικό PONS
statute of limitations ΟΥΣ
- statute of limitations
-
-
- statute
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- by statute