στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. cross-bred [βρετ ˈkrɒsbrɛd, αμερικ ˈkrɔsbrɛd] ΡΉΜΑ παρελθ, μετ παρακειμ
cross-bred → cross-breed
III. cross-bred [βρετ ˈkrɒsbrɛd, αμερικ ˈkrɔsbrɛd] ΟΥΣ
I. cross-breed [βρετ ˈkrɒsbriːd, αμερικ ˈkrɔsbrid] ΟΥΣ
II. cross-breed <παρελθ/μετ παρακειμ cross-bred> [βρετ ˈkrɒsbriːd, αμερικ ˈkrɔsbrid] ΡΉΜΑ μεταβ
I. cross-breed [βρετ ˈkrɒsbriːd, αμερικ ˈkrɔsbrid] ΟΥΣ
II. cross-breed <παρελθ/μετ παρακειμ cross-bred> [βρετ ˈkrɒsbriːd, αμερικ ˈkrɔsbrid] ΡΉΜΑ μεταβ
-
- crossbred horse
-
- crossbreed μειωτ
-
- crossbred
- meticcio (meticcia)
-
-
- crossbred
- bastardo animale, pianta
- crossbred
-
- crossbred
- incrociare animali, piante, specie
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.