Oxford Spanish Dictionary
politics [αμερικ ˈpɑləˌtɪks, βρετ ˈpɒlɪtɪks] ΟΥΣ
1. politics + ενικ ρήμα (science, activity):
2.1. politics + pl ρήμα (political relations):
στο λεξικό PONS
politics ΟΥΣ pl
1. politics (activities of government):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.