Oxford Spanish Dictionary
hostility [αμερικ hɑˈstɪlədi, βρετ hɒˈstɪlɪti] ΟΥΣ
1. hostility U (unfriendliness, opposition):
-
- hostilidad θηλ
- hostility to or toward sb/sth
-
2. hostility <hostilities, pl > ΣΤΡΑΤ:
- overt hostility
-
- unprecedented success/hostility
-
-
- hostilities πλ
- animosidad contra alg.
-
- animadversión hacia o por algo/alg.
- hostility toward(s) sth/sb
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- host
- hostage
- host country
- hostel
- hosteler
- hostilities
- hostility
- hostler
- hot
- hot air
- hot-air balloon