Oxford Spanish Dictionary
 
  
 ecological [αμερικ ˌɛkəˈlɑdʒɪk(ə)l, ˌikəˈlɑdʒɪk(ə)l, βρετ iːkəˈlɒdʒɪk(ə)l, ɛkəˈlɒdʒɪk(ə)l] ΕΠΊΘ ΟΙΚΟΛ
-  ecological
-  
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
 -  ecological sustainability
-  
 
  
 -  
-  ecological
-  ecológico (-a)
-  ecological
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- ecological sustainability
