Oxford Spanish Dictionary
sostenibilidad ΟΥΣ θηλ
- sostenibilidad
-
-
- sostenibilidad θηλ
στο λεξικό PONS
sostenibilidad ΟΥΣ θηλ
- sostenibilidad
-
-
- sostenibilidad θηλ Ισπ
-
- sostenibilidad ecológica
-
- sostenibilidad medioambiental
-
- sostenibilidad económica
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- soslayar
- soslayo
- soso
- sospecha
- sospechar
- sostenibilidad
- sostenible
- sostenidamente
- sostenido
- sostenimiento
- sostuve