στο λεξικό PONS
opaque [ə(ʊ)ˈpeɪk, αμερικ oʊˈ-] ΕΠΊΘ
1. opaque (not transparent):
2. opaque μτφ:
- opaque (obscure)
-
- opaque (incomprehensible)
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
opaque ΕΠΊΘ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- opaque
-
-
- opaque
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.