στο λεξικό PONS
capital-exporting ˈcoun·try ΟΥΣ
ex·port·ing coun·try ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ
Or·gani·za·tion of Pe·tro·leum Ex·port·ing Coun·tries ΟΥΣ no pl
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
capital-exporting country ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
oil-exporting country ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
primary exporting country ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.