στο λεξικό PONS
en·hance·ment [ɪnˈhɑ:n(t)smənt, αμερικ -ˈhæn(t)s-] ΟΥΣ
enhancement ΟΥΣ
- artistic enhancement
-
en·ˈhance·ment tech·nol·ogy ΟΥΣ usu pl
-
- enhancement
-
- enhancement
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
enhancement ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- enhancement
- Verbesserung θηλ
credit enhancement ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- credit enhancement
-
-
- credit enhancement
-
- enhancement
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.