στο λεξικό PONS
-di·men·sion·al [ˌdaɪˈmen(t)ʃənəl, αμερικ dɪˈ-] ΣΎΝΘ
-dimensional (one, two, three):
one-di·ˈmen·sion·al ΕΠΊΘ
1. one-dimensional αμετάβλ (having one dimension):
2. one-dimensional (superficial):
four-di·ˈmen·sion·al ΕΠΊΘ αμετάβλ
multi-di·ˈmen·sion·al ΕΠΊΘ
three-di·ˈmen·sion·al ΕΠΊΘ αμετάβλ
two-di·ˈmen·sion·al ΕΠΊΘ αμετάβλ
-
- zweidimensional a. μτφ
-
- flach <flacher, am flachsten>
non-dimensional ΕΠΊΘ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
two dimensional electrophoresis ΟΥΣ
three dimensional shape
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
one dimensional
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.