Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
obscene [βρετ əbˈsiːn, αμερικ əbˈsin] ΕΠΊΘ
1. obscene film, publication, remark:
- obscene
-
2. obscene μτφ:
- obscene wealth
-
- obscene war
-
στο λεξικό PONS
obscene [əbˈsi:n] ΕΠΊΘ
1. obscene (indecent):
- obscene
-
2. obscene (shocking):
- obscene
-
-
- obscene
obscene [əb·ˈsin] ΕΠΊΘ
1. obscene (indecent):
- obscene
-
2. obscene (shocking):
- obscene
-
-
- obscene
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.