Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
στο λεξικό PONS
effectiveness ΟΥΣ no πλ
- effectiveness
- efficacité θηλ
- efficacité d'une méthode
- effectiveness
effectiveness ΟΥΣ
- effectiveness
- efficacité θηλ
- efficacité d'une méthode
- effectiveness
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- eerie
- eerily
- eeriness
- eery
- EET
- effectiveness
- effector
- effects man
- effectual
- effectually
- effectuate