Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στριφογυρίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . στριφογυρί|ζω <-σα> [strifɔjiˈrizɔ] VERB αμετάβ

1. στριφογυρίζω (περιστρέφομαι):

στριφογυρίζω

2. στριφογυρίζω (στο κρεβάτι):

στριφογυρίζω

3. στριφογυρίζω (πηγαίνω εδώ κι εκεί):

στριφογυρίζω

II . στριφογυρί|ζω <-σα> [strifɔjiˈrizɔ] VERB μεταβ

στριφογυρίζω
στριφογυρίζω ένα σπίτι
στριφογυρίζω κάτι στο μυαλό μου
τα στριφογυρίζω

Παραδειγματικές φράσεις με στριφογυρίζω

τα στριφογυρίζω
στριφογυρίζω ένα σπίτι
στριφογυρίζω κάτι στο μυαλό μου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский