Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: παραλαβαίνω , επαναλαμβανόμενος , αναλαμβάνω , παραλαλία και παραλαβή

παρ|αλαβαίνω <-άλαβα [ή -έλαβα], -αλήφτηκα> [paralaˈvɛnɔ] VERB μεταβ

1. παραλαβαίνω (αντικείμενο, γράμμα):

2. παραλαβαίνω (άτομο):

επαναλαμβανόμεν|ος <-η, -ο> [ɛpanalaɱvaˈnɔmɛnɔs] ΕΠΊΘ

παραλαλία [paralaˈlia] SUBST θηλ ΙΑΤΡ

I . αν|αλαβαίνω [analaˈvɛnɔ], αν|αλαμβάνω [analaɱˈvanɔ] <-άλαβα [ή -έλαβα], -αλήφθηκα, -ειλημμένος> VERB μεταβ

2. αναλαβαίνω (ταξίδι, αξίωμα):

3. αναλαβαίνω (χρήματα από τράπεζα):

II . αν|αλαβαίνω [analaˈvɛnɔ], αν|αλαμβάνω [analaɱˈvanɔ] <-άλαβα [ή -έλαβα], -αλήφθηκα, -ειλημμένος> VERB αμετάβ (ανακτώ τις δυνάμεις μου)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский