Ελληνικά » Γερμανικά

εξαρτησιογόν|ος <-α, -ο> [ɛksartisiɔˈɣɔnɔs] ΕΠΊΘ

εξαρτησιογόνος

εξαρτησιογόνος ΕΠΊΘ

Καταχώριση χρήστη
εξαρτησιογόνος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский