Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γυροφέρνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . γυροφέρ|νω <-α> [jirɔˈfɛrnɔ]

γυροφέρνω
vi

II . γυροφέρ|νω <-α> [jirɔˈfɛrnɔ] VERB μεταβ

1. γυροφέρνω:

2. γυροφέρνω μτφ:

Παραδειγματικές φράσεις με γυροφέρνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский