Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Λάος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Λάος [ˈlaɔs] SUBST ουδ αμετάβλ

Λάος

λαός [laˈɔs] SUBST αρσ

1. λαός (σύνολο των κατοίκων μιας χώρας):

Volk ουδ

3. λαός (κατώτερες κοινωνικές τάξεις):

die breite Masse θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский