Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκλεκτός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκλεκτ|ός [ɛklɛkˈtɔs], εκλεχτ|ός [ɛklɛxˈtɔs] <-ή, -ό> ΕΠΊΘ

1. εκλεκτός (φρούτα, κρασί, ακροατήριο):

εκλεκτός

2. εκλεκτός (διαλεχτός: προϊόντα, καλλιτέχνες):

εκλεκτός

3. εκλεκτός (άριστος: κρασί, καλλιτέχνης κτλ):

εκλεκτός
ο εκλεκτός λαός
ο εκλεκτός της καρδιάς μου

Παραδειγματικές φράσεις με εκλεκτός

ο εκλεκτός λαός
ο εκλεκτός της καρδιάς μου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский