Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: neu , Kalkül και Nelke

Nelke <-, -n> [ˈnɛlkə] SUBST θηλ (auch Gewürz)

Kalkül <-s, -e> [kalˈkyːl] SUBST αρσ

1. Kalkül (Vorausberechnung):

2. Kalkül ΜΑΘ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский