Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „wegdürfen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

weg|dürfen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ οικ

wegdürfen
wegdürfen (ausgehen dürfen)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina