Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „dünngesät“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

dünngesätπαλαιότ ΕΠΊΘ

dünngesät → dünn

Βλέπε και: dünn

I . dünn ΕΠΊΘ

2. dünn (nicht konzentriert):

léger(-ère)
clair(e)

3. dünn (fein, leicht):

fin(e)

4. dünn (spärlich):

II . dünn ΕΠΊΡΡ

ιδιωτισμοί:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "dünngesät" σε άλλες γλώσσες

"dünngesät" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina