Γερμανικά » Αγγλικά

plumps [plʊmps] ΕΠΙΦΏΝ

plumps
plumps
plumps
plumps (ins Wasser)
plumps (ins Wasser)
plumps machen
plumps machen
plumps machen

Plumps <-es, -e> [plʊmps] ΟΥΣ αρσ οικ

Plumps
Plumps
Plumps
Plumps (ins Wasser)
Plumps (ins Wasser)

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

plumps machen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"plumps" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文