Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „abspalten“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

I . ab|spal·ten ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

2. abspalten ΧΗΜ:

sich αιτ [von etw δοτ] abspalten

II . ab|spal·ten ΡΉΜΑ μεταβ

1. abspalten (etw durch Spalten trennen):

etw abspalten
ein Stück Holz abspalten

2. abspalten ΧΗΜ:

etw [von etw δοτ] abspalten

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

sich αιτ [von etw δοτ] abspalten
ein Stück Holz abspalten

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"abspalten" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文