Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „déficeler“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . déficeler [defis(ə)le] ΡΉΜΑ μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με déficeler

déficeler un paquet
déficeler un rôti

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "déficeler" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina