Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: dérive , drive , déclive , salive , active , dérivé και grive

drive [dʀajv] ΟΥΣ αρσ ΑΘΛ

Drive αρσ

dérive [deʀiv] ΟΥΣ θηλ

2. dérive (dispositif):

[Haupt]schwert ουδ

grive [gʀiv] ΟΥΣ θηλ

ιδιωτισμοί:

faute de grives, on mange des merles παροιμ

dérivé [deʀive] ΟΥΣ αρσ

1. dérivé ΧΗΜ, ΦΑΡΜ:

Derivat ουδ

2. dérivé ΓΛΩΣΣ:

Ableitung θηλ

active [aktiv] ΟΥΣ θηλ (travailleuse)

salive [saliv] ΟΥΣ θηλ

Speichel αρσ

ιδιωτισμοί:

sich δοτ den Mund fusselig reden οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina