Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: aduler , canular , adulateur και adulte

aduler [adyle] ΡΉΜΑ μεταβ

1. aduler (flatter servilement):

2. aduler μτφ απαρχ:

canular [kanylaʀ] ΟΥΣ αρσ οικ

adulateur (-trice) [adylatœʀ, -tʀis] ΟΥΣ αρσ, θηλ

adulateur (-trice)
Lobhudler(in) αρσ (θηλ) pej

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina