Μεταφράσεις για exerce-t-il στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

1. exercer (appliquer):

2. exercer (pratiquer):

to practise βρετ
exerce-t-il un métier ou une activité?
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski