ennuyant στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για ennuyant στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Βλέπε και: sou, rat

1. sou (petite monnaie):

sou μτφ
penny βρετ
sou μτφ
cent αμερικ
I haven't got a single penny βρετ
I haven't got a red cent αμερικ
I'm broke οικ
rat d'Amérique ΖΩΟΛ
rat des bois ΖΩΟΛ
rat des champs ΖΩΟΛ
rat d'eau ΖΩΟΛ
rat d'égout ΖΩΟΛ
rat musqué ΖΩΟΛ
rat palmiste ΖΩΟΛ
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
to be bored stiff οικ

Μεταφράσεις για ennuyant στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
to bore sb rigid οικ

ennuyant στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για ennuyant στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

ennuyant(e) [ɑ̃nɥijɑ̃, ɑ̃t] ΕΠΊΘ καναδ γαλλ (ennuyeux(-euse))

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για ennuyant στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

ennuyant Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to be bored rigid βρετ οικ
Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
S'ennuyant à mourir dans leur caserne, ils envisagent, pour la vie civile, des projets abracadabrants.
fr.wikipedia.org
Il la décrit comme attirée par le difforme et s'ennuyant en compagnie des gens de son rang.
fr.wikipedia.org
Étant dissipé et s'ennuyant à l'école, à l'âge de dix ans, il est diagnostiqué surdoué.
fr.wikipedia.org
Le mariage est célébré l'année suivante et ne sera pas très heureux, l'impétueuse reine s'ennuyant auprès d'un mari très effacé, fort laid et peu cultivé.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ennuyant" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski