Μεταφράσεις για Pvt στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

Βλέπε και: private

2. private (personal, not associated with company):

personnel/-elle
personnel/-elle
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Pvt" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski