Μεταφράσεις για practising στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

practising βρετ, practicing αμερικ [βρετ ˈpraktɪsɪŋ, αμερικ ˈpræktɪsɪŋ] ΕΠΊΘ

1. practise (work at):

she's practising what to say to him
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
practising or active homosexuals
to practise birth control προσδιορ method, device

Μεταφράσεις για practising στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
practising βρετ
practising Catholic βρετ
practising Muslim βρετ
practising Jew βρετ
Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski