στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
 
 I. moderatore [moderaˈtore] ΕΠΊΘ
II. moderatore (moderatrice) [moderaˈtore] [-tritʃe] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. moderatore (persona):
2. moderatore ΠΥΡΗΝ ΦΥΣ:
-  moderatore (moderatrice)
 -  
 
 
 στο λεξικό PONS
 
 moderatore (-trice) ΟΥΣ αρσ (θηλ) (in dibattito)
-  moderatore (-trice)
 -  
 
 
 PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.