verträglich [fɛɐˈtrɛːklɪç] ΕΠΊΘ
1. verträglich (umgänglich):
- verträglich
-
I. vertraglich ΕΠΊΘ
II. vertraglich ΕΠΊΡΡ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.