I. schimpf·lich [ˈʃɪmpflɪç] ΕΠΊΘ τυπικ
- schimpflich
-
- schimpflich
-
II. schimpf·lich [ˈʃɪmpflɪç] ΕΠΊΡΡ τυπικ
- schimpflich
-
- schimpflich
-
-
- schimpflich
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.