I. al·ko·ho·li·siert [alkoholiˈzi:rən] ΕΠΊΘ τυπικ
II. al·ko·ho·li·siert [alkoholiˈzi:rən] ΕΠΊΡΡ τυπικ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.