Män·ner·klei·der ΟΥΣ πλ
Män·ner·krank·heit ΟΥΣ θηλ οικ παρωχ (Prostataerkrankung)
Non·nen·klos·ter <-s, -klöster> ΟΥΣ ουδ
Frau·en·klos·ter ΟΥΣ ουδ
Mönchs·klos·ter <-s, -klöster> ΟΥΣ ουδ
Klos·ter·bib·lio·thek ΟΥΣ θηλ
Klos·ter·gar·ten <-s, -gärten> ΟΥΣ αρσ
Männerkleidung ΟΥΣ
- Männerkleidung θηλ
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.