στο λεξικό PONS
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
eng abgegrenzte Geldmenge phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- eng abgegrenzte Geldmenge
-
breit abgegrenzte Geldmenge phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- breit abgegrenzte Geldmenge
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.