Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. antiquité [ɑ̃tikite] ΟΥΣ θηλ
II. antiquités ΟΥΣ θηλ πλ
antiquités θηλ πλ ΤΈΧΝΗ:
- introuvable livre, antiquité
-
στο λεξικό PONS
II. antiquité [ɑ̃tikite] ΟΥΣ fpl
1. antiquité (œuvres d'art antiques):
Antiquité [ɑ̃tikite] ΟΥΣ θηλ sans πλ ΙΣΤΟΡΊΑ
II. antiquité [ɑ͂tikite] ΟΥΣ fpl
1. antiquité (œuvres d'art antiques):
Antiquité [ɑ͂tikite] ΟΥΣ θηλ sans πλ ΙΣΤΟΡΊΑ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- D.E.S.S.
- D.E.U.G.
- D.J.
- D.O.M.
- D.O.M.-T.O.M.
- d'antiquités
- dab
- dacquois
- dacron
- dactyle
- dactylique