στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
triumphant [βρετ trʌɪˈʌmf(ə)nt, αμερικ traɪˈəmfənt] ΕΠΊΘ
- triumphant person, team
-
- triumphant expression
-
- triumphant return, production, success, summit
-
στο λεξικό PONS
triumphant [traɪ·ˈʌm·fnt] ΕΠΊΘ
1. triumphant (victorious):
- triumphant
-
- triumphant return
-
2. triumphant (successful):
- triumphant
- vittorioso, -a
-
- triumphant
- vittorioso (-a)
- triumphant
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.