στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
relational operator [rɪˌleɪʃənlˈɒpəreɪtə(r)] ΟΥΣ
relational [βρετ rɪˈleɪʃ(ə)n(ə)l, αμερικ rəˈleɪʃ(ə)n(ə)l] ΕΠΊΘ
operator [βρετ ˈɒpəreɪtə, αμερικ ˈɑpəˌreɪdər] ΟΥΣ
1. operator (in telecommunications):
2. operator:
4. operator (of equipment):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- relapsing fever
- relate
- related
- relater
- relating
- relational operator
- relationship
- relatival
- relative
- relative clause
- relative humidity