στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia


innovative [βρετ ˈɪnəvətɪv, αμερικ ˈɪnəˌveɪdɪv] ΕΠΊΘ
- innovative
-


-
- innovative
-
- innovative
στο λεξικό PONS


innovative [ˈɪ·nə·veɪ·t̬ɪv] ΕΠΊΘ
- innovative model, product
- innovativo, -a
- innovative person
-


- innovativo (-a)
- innovative
- innovatore (-trice)
- innovative
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.