neigh·bor·ly ΕΠΊΘ αμερικ
neighborly → neighbourly
neigh·bour·ly, αμερικ neigh·bor·ly [ˈneɪbəli, αμερικ -bɚli] ΕΠΊΘ
neigh·bour·ly, αμερικ neigh·bor·ly [ˈneɪbəli, αμερικ -bɚli] ΕΠΊΘ
 
 -  
 -  neighbourly [or αμερικ neighborly]
 
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.