magi·cal [ˈmæʤɪkəl] ΕΠΊΘ
1. magical αμετάβλ (magic):
2. magical (extraordinary):
- magical moment
-
- magical moment
-
- magical powers
-
-
- magical
-
- magical
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.