στο λεξικό PONS
il·lu·mi·na·tion [ɪˌlu:mɪˈneɪʃən] ΟΥΣ
1. illumination no pl τυπικ (light):
2. illumination no pl (in books):
3. illumination βρετ (decorative lights):
- illuminations pl
-
ap·er·ture il·lu·mi·ˈna·tion ΟΥΣ
illumination ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
illumination ΟΔ ΑΣΦ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- ill-timed
- ill-treat
- ill-treatment
- illuminance
- illuminate
- illuminations
- illuminator
- illumine
- illus
- ill-use
- illusion