στο λεξικό PONS
ab·strac·tion [æbˈstrækʃən] ΟΥΣ
1. abstraction (generalization):
- abstraction
-
2. abstraction (process):
- abstraction
- Abstrahieren ουδ
3. abstraction no pl (distraction):
- abstraction
-
abstraction ΟΥΣ
- water abstraction ΤΕΧΝΟΛ
-
hardware abstraction layer ΟΥΣ
-
- abstraction
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
principle of abstraction ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
water withdrawal, water abstraction ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.