στο λεξικό PONS
mode [məʊd, αμερικ moʊd] ΟΥΣ
1. mode (way):
2. mode (type):
-  mode heat
-  
3. mode Η/Υ, ΤΕΧΝΟΛ (operation):
4. mode ΓΛΩΣΣ:
-  
-  Aussageweise θηλ
5. mode no pl dated τυπικ (fashion):
7. mode (most frequent number in sample):
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
mode
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- gobble up
- gobby
- go before
- Gobelin
- go-between
- Goblin mode
- gobo
- gobs
- gobshite
- gobsmacked
- gobsmacking
