Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
watertight [βρετ ˈwɔːtətʌɪt, αμερικ ˈwɔdərˌtaɪt, ˈwɑdərˌtaɪt] ΕΠΊΘ
1. watertight κυριολ container, joint, seal:
- watertight
-
2. watertight (perfect) μτφ:
- watertight cordon, defence system
-
3. watertight (irrefutabe) μτφ:
- watertight argument, case
-
- watertight alibi
-
στο λεξικό PONS
watertight [ˈwɔ:tətaɪt, αμερικ ˈwɑ:t̬ɚ-] ΕΠΊΘ
1. watertight (sealed):
- watertight
-
2. watertight (unquestionable):
- watertight
-
watertight [ˈwɔ·t̬ər·taɪt] ΕΠΊΘ
1. watertight (sealed):
- watertight
-
2. watertight (unquestionable):
- watertight
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.